Ένα χρόνο χωρίς τον Σωτήρη

ΤΟ ΖΕΙΜΠΕΚΙΚΟ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ
Πέτρος Τάτσης

Δεν ξέρω, εμείς πάντως τον λέγαμε Σωτηράκη. Ίσως γιατί στο συλλογικό ασυνείδητο των φίλων του στη Θεσσαλονίκη είχε καταγραφεί σαν ο σύντροφος με την παιδική ψυχή. Εσύ δεν έπρεπε να γίνεις τραπεζοϋπάλληλος, του έλεγα, παππάς έπρεπε να γίνεις. Έτσι φανταζόμουν ότι έπρεπε να είναι οι παππάδες, πρώτα από όλα καλοί άνθρωποι. Αυτός ήταν πρώτα πολύ καλός άνθρωπος και μετά κομμουνιστής. Ο ίδιος έλεγε είμαι καλός άνθρωπος γιατί είμαι κομμουνιστής. Έτσι ήταν ο Σωτηράκης, δεν είχε ούτε έναν εχθρό ανάμεσα στους πολλούς εχθρούς μας. Όλοι τον αγαπούσαν και οι πιο αντίθετοι και κυρίως οι γυναίκες. Τι ήταν αυτό με τις γυναίκες, τον ζήλευα, όταν ήταν παρών οι υπόλοιποι περνούσαμε απαρατήρητοι. Αυτός διατείνονταν, με το χιούμορ που τον διέκρινε, ότι όλες ήταν ερωτευμένες μαζί του. Τις κέρδιζε φυσικά με πιο μόνιμα χαρακτηριστικά, όλες τον αγαπούσαν βαθύτατα γι αυτό το μείγμα γνώσης και πολιτισμού που κουβαλούσε μέσα του και την μεγάλη καρδιά.
Τον Σωτήρη τον πρωτογνώρισα το χίλια εννιακόσια εβδομήντα επτά σε κομματική γιάφκα του ΚΚΕ σε κάποιο σπίτι στου Ζωγράφου. Απ τις πρώτες του κουβέντες μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι είχα μπροστά μου τον Σουσλώφ της οργάνωσης, ήταν πολύ λίγος ο καιρός που είχα ενταχθεί στο ΚΚΕ και πρωτογνωριζόμουν με τους συντρόφους της Αθήνας, της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας.
Από τότε, όποτε ήθελα να συστηθώ σε κάποιον σύντροφο Αθηναίο έλεγα με καμάρι ότι ήμουν χρόνια με τον Σωτήρη Σιώκο από την Ιονική τράπεζα, αισθανόμουν περήφανος να με φωτίζει το φως του. Ήταν εξ άλλου ο ιδεολογικός μου μέντορας, ο καθοδηγητής, η σιγουριά στα δύσκολα. Τον εκμεταλλευόμουν όπως και όλοι μας, παίρναμε έτοιμες τις βαθύτατες αναλύσεις του, ήταν διαβασμένος και οι προτάσεις του μελετημένες μας άνοιγαν τους ορίζοντες.
Ήταν ο διαπραγματευτής, αυτός που ενωτικά θα γεφύρωνε τις αντιθέσεις μεταξύ μας αλλά και με τις άλλες παρατάξεις. Τις περισσότερες φορές αποτελούσε την ενωτική πρόταση όλων των πολιτικών δυνάμεων για πρόεδρος στις Γενικές Συνελεύσεις. Ήταν ‘’ ο Δίκαιος Αριστείδης’’.
Αλλά πάνω απ όλα ήταν ο αγωνιστής, πρώτος στις κινητοποιήσεις, πρόθυμος να οργώσουμε με περιοδείες όλη την Βόρειο Ελλάδα, από Ορεστιάδα μέχρι Καστοριά. Σαν εκπρόσωπος της ΟΤΟΕ είχε την εμπιστοσύνη όλων, βασιζόσουν στα λεγόμενά του, επιβλητικός κυρίως με τις ποιοτικές του τοποθετήσεις.
Ειδικότητά του τα ζητήματα Ειρήνης, του πολιτισμού, το Τραπεζικό Σύστημα, τα εργασιακά, το ασφαλιστικό και ο κατάλογος ατελείωτος. Απ όλα αυτά όμως στο τέλος κυριάρχησε η αγάπη του για τον πολιτισμό με έντονη δραστηριότητα, ήταν και η ευθύνη που του ανατέθηκε για αρκετά χρόνια μέχρι το τέλος στον ΣΥΡΙΖΑ.
Βασικό στήριγμα και της Γιώγιας της συντρόφου του, στις παρουσιάσεις των ποιητικών συλλογών της. Η ευαίσθητη αυτή γραφή μόνο σε ένα τόσο ευαίσθητο σύντροφο δίπλα- δίπλα θα μπορούσε να πορεύεται.
Είχε επαφές με όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες και με τους μεγαλύτερους, τον Θεοδωράκη και τον Χατζηδάκι. Θυμάμαι με τι θαυμασμό μου περιέγραφε την προσωπικότητα του Χατζηδάκι από την επίσκεψη που έκανε στο σπίτι του. Είχε πάει για να συνεννοηθεί μαζί του για εκδήλωση που θα γινόταν της ΓΣΕΕ. Θα γινόταν για πρώτη φορά μετά από πρόταση δική του ως υπεύθυνου πολιτισμού της Γενικής Συνομοσπονδίας..
Πολύ πλούσια λοιπόν η δραστηριότητα του. Παρόλα αυτά όμως εγώ θέλω να τον θυμάμαι την βραδιά που περάσαμε στην ‘’ Στοά των Αθανάτων ‘’,με όλον τον συμβολισμό. Ήταν η βραδιά που μας άφησε άναυδους, με το μοναδικό σε εκτέλεση ζεϊμπέκικο του, τις ‘’Βεργούλες’’. Ήταν τόσο εντυπωσιακός, με εκείνο το τραγικό ύφος, τα κλειστά μάτια και τα χέρια του που διέσχιζαν τον αέρα με κοφτές κινήσεις σαν σπαθιά των Σαμουράι, που στο επόμενο λεπτό είχαμε πεταχτεί όλοι μας, από όλα τα γύρω τραπέζια και σε κύκλο τον συνοδεύαμε με παλαμάκια. Είμαι σίγουρος ότι δεν είχε προσέξει κανένα μας, ήταν προσηλωμένος απόλυτα στην ιεροτελεστία του χορού.